Σκαλίζοντας τα ερτζιανά, Σάββατο απόγευμα, αλλάζοντας ταυτόχρονα λωρίδες
στην εθνική, κάπου στο ύψος της Φιλαδέλφειας, προσπαθώντας να αποφύγω μα και να
συντονιστώ με το απρόβλεπτο, έπεσα πάνω σε μια γνώριμη φωνή. Αυτή του Χρήστου
Δασκαλόπουλου.
Το πρόσφατο ραδιοφωνικό κενό που άφησε πίσω του το Τρίτο Πρόγραμμα, αυτό
που συνόδευε τις κάθιδρες καλοκαιρινές αποδράσεις με δροσερές αναμεταδόσεις της
Μετροπόλιταν Όπερα σκηνής, είχε μείνει ακάλυπτο μέχρι χθες.
Άγνωστα συγκροτήματα της ανεξάρτητης σκηνής, ένα από τη Νέα Ζηλανδία,
κάποιο από μια συνοικία της Νέας Υόρκης, ακυκλοφόρητοι ιπτάμενοι δίσκοι,
παρθένα νησιά ξεπρόβαλαν στον χάρτη ενός άγνωστου μουσικού κόσμου που τα
πρησμένα πόδια μου ορκίζονταν πως είχαν εξερευνήσει. Σαν τον Βάσκο ντα Γκάμα,
έπιασα τυχαία μια στοίβα cd
από το διπλανό κάθισμα κι έτεινα το χέρι να συναντήσει το βλέμμα μου. Τα
δισκάκια δεν ήταν άλλο από ευτελή καθρεφτάκια που φιλοξενούσαν τη μορφή ενός
έντρομου ιθαγενή.
Η φωνή του Δασκαλόπουλου συνέχιζε την ξενάγηση στο Τρίγωνο των Βερμούδων,
με την ανεπητίδευτη σιγουριά ενός ανθρώπου που είχε οικειοποιηθεί το άγνωστο.
Σημείωσα νοερά στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου όσα ονόματα και συντεταγμένες
μπορούσα, αν και ήμουν σίγουρη πως καμμία γνωστή μηχανή αναζήτησης δεν θα έδινε
σχετικά αποτελέσματα.
Κρατώντας για ώρες τα cd
στο χέρι μου, αναρωτήθηκα, πόσο "ιθαγενής" έχω γίνει τελικά στη χώρα
που αναπαράγει αφειδώς δίσκους σερβιρίσματος και ντράπηκα για την ευκολία με
την οποία απαξιώνουμε γενιές και κόσμους που νομίζουμε πως γνωρίζουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου